Από τον Αγοραίο Κολωνό, όπου, λευκό πια, λάμπει το μάρμαρο το πεντελικό του Ηφαιστείου, ακούμε τις φωνές της αγοράς, των τεχνιτών τα εργαλεία, των εμπόρων τις φωνές, τους λόγους των ρητόρων.
Κοιτάξτε πώς κυλά ο χρόνος στο νερό της κλεψύδρας, πώς κυλούν κι οι ασπρόμαυρες μπάλες της κληρωτίδας! Ανταλλάσσουν νέα οι Αθηναίοι, νέα καλά, νέα κακά, ειρήνης χαρμόσυνα αγγέλματα και πολέμου κακά μαντάτα. Δικάζει η Ηλιαία, συνεδριάζει η Βουλή, η πόλη ζει κι εξοστρακίζει.
Το Βουλευτήριο, το νομισματοκοπείο κι οι ναοί, μια στήλη που την Αγορά οριοθετεί.
Εμείς ακούμε και βλέπουμε με του νου τα μάτια, αφουγκραζόμαστε το μελωδικό ωδείο του Αγρίππα και περπατάμε τον χρόνο μέχρι τη διώροφη στοά. Εκεί θα ξεκουραστούμε, το μουσείο θα επισκεφτούμε και πιο βαθιά στης αρχαίας πόλης την καρδιά θα μπούμε!